Είστε εδώ
19 Μαΐου 2025, μνήμη της Γενοκτονίας των Ποντίων.
«Ξηρανθήτω ημίν ο λάρυγξ, εάν επιλαθώμεθά σου ω Πάτριος Ποντία γη»...
Σήμερα, τα κεφάλια χαμηλώνουν. Τα μάτια δακρύζουν. Είναι μια μέρα που η πληγή ξανανοίγει. Σαν σήμερα, 19 Μαϊου, εκατόν έξι χρόνια πριν, ξεκινούσε η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Γενοκτονίας των Ποντίων. Ήταν η μέρα που ο Κεμάλ Ατατούρκ αποβιβαζόταν στη Σαμψούντα και δρομολογούσε την ανελέητη σφαγή στο πλαίσιο του Απελευθερωτικού Αγώνα των Τούρκων κατά των Δυτικών.
Ο αριθμός των Ελληνοποντίων που εξολοθρεύτηκαν δεν είναι, ως σήμερα, σαφής με ακρίβεια. Υπολογίζεται ότι οι Νεότουρκοι, σε ένα σύνολο περίπου 750.000 ψυχών, εξολόθρευσαν περισσότερους από 350.000 Ελληνοποντίους. Πάντως πόλεις από την αρχαιότητα ελληνικές, που είχαν αδιάκοπο πολιτισμό για περισσότερους από 27 αιώνες, ερήμωσαν. Και μαζί τους, ιδρύματα, σχολεία και εκκλησιές έκλεισαν. Όσες δεν καταστράφηκαν. Συνολικά κατεστράφησαν, 815 Κοινότητες, 1.134 εκκλησίες, 960 σχολεία ενώ 353.000 κάτοικοι εσφάγησαν ή πέθαναν από τις κακουχίες και την πείνα. Οι Πόντιοι εξολοθρεύτηκαν.
Ο Μιχαήλ Βασίλιεβιτς Φρούνζε, στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης και του σοβιετικού κράτους, στρατιωτικός ηγέτης του Σοβιετικού Στρατού και στρατιωτικός θεωρητικός, γράφει στην μαρτυρία του «Συναντήσαμε μια μικρή ομάδα από 60-70 Έλληνες, οι οποίοι μόλις είχαν καταθέσει τα όπλα. Όλοι τους είχαν εξαντληθεί στο έπακρο… Άλλοι έμοιαζαν κυριολεκτικά με σκελετούς. Αντί για ρούχα κρέμονταν από τους ώμους τους κάτι απίθανα κουρέλια. Στο κέντρο της ομάδας βρίσκονταν ένας ψηλός κι’ αδύνατος παπάς, φορώντας το καλυμαύχι του… Φυσούσε κρύος αέρας και όλη η ομάδα κάτω από τα σπρωξίματα των συνοδών-στρατιωτών, κατευθυνόταν με πηδηματάκια προς τη Χάβζα. Μερικοί όταν μας αντίκρυσαν, άρχισαν να κλαίνε δυνατά ή μάλλον να ουρλιάζουν, μια και ο ήχος που ξέφευγε από τα στήθη τους, έμοιαζε περισσότερο με ουρλιαχτό κυνηγημένου ζώου».
Σχολιάζοντας ακόμα ο Φρούνζε τις ωμότητες και τους φόνους των τουρκικών αποσπασμάτων σημειώνει εστιάζοντας στην πολιτική του Τοπάλ Οσμάν «…όλη αυτή η πλούσια και πυκνοκατοικημένη περιοχή της Τουρκίας, ερημώθηκε σε απίστευτο βαθμό. Απ’ όλο τον ελληνικό πληθυσμό των περιοχών της Σαμψούντας, της Σινώπης και της Αμάσειας απόμειναν μόνο μερικές ανταρτοομάδες που περιπλανιόντουσαν στα βουνά. Εκείνος που έγινε περισσότερο γνωστός για τις θηριωδίες του ήταν ο αρχηγός των Λαζών Οσμάν Αγάς, ο οποίος πέρασε δια πυρός και σιδήρου με την άγρια ορδή του όλη την περιοχή».
Για τους απίστευτης έκτασης φόνους που έλαβαν χώρα στην Σαμψούντα είχε ενημερωθεί και ο Ρώσος πρέσβης στην Άγκυρα Αράλοβ απο τον στρατηγό Φρούνζε. Ο τελευταίος του διεμήνυσε ότι είχε δει αμέτρητους έλληνες που είχαν δολοφονηθεί «βάρβαρα σκοτωμένους Έλληνες – γέρους, παιδιά, γυναίκες». Ενημέρωσε ακόμα τον Αράλοβ ότι θα έρχονταν αντιμέτωπος με πλήθος δολοφονημένων Ποντίων, τους οποίους είχαν βίαια σύρει απο τα σπίτια τους στου δρόμους και τους είχαν φονεύσει εκεί.
Ο σοβιετικός πρέσβης Αράλοβ προφανώς θορυβημένος και αισθανόμενος ενοχές για την τροπή που είχαν πάρει τα πράγματα, είχε θίξε το θέμα σε συνομιλία του με τον ίδιο τον Κεμάλ. Σημειώνει ο Αράλοβ αποκαλυπτικά «Του είπα (του Κεμάλ) για τις φρικτές σφαγές των Ελλήνων που είχε δει ο Φρούντζε και αργότερα εγώ ο ίδιος. Εχοντας υπ’ όψη μου τη συμβουλή του Λένιν να μην θίξω την τουρκική εθνική φιλοτιμία, πρόσεχα πολύ τις λέξεις μου…” Ο Κεμάλ αντιπαρήλθε τις αρνητικές δοαπιστώσεις του Φρούνζε: “Ξέρω αυτές τις βαρβαρότητες. Είμαι κατά της βαρβαρότητας. Εχω δώσει διαταγές να μεταχειρίζονται τους Έλληνες αιχμαλώτους με καλό τρόπο… Πρέπει να καταλάβετε τον λαό μας. Είναι εξαγριωμένοι. Ποιοί πρέπει να κατηγορηθούν για αυτό; Εκείνοι που θέλουν να ιδρύσουν ένα “Ποντιακό κράτος” στην Τουρκία…».
Αλλά πολύ παραστατικός για τους ανηλεείς φόνους των Τούρκων κατά των Ποντίων είναι ο Φρούνζε στο βιβλίο του «Αναμνήσεις απο την Τουρκία». Σχολιάζει: «Από τους 200.000 Έλληνες που ζούσανε στη Σαμψούντα, τη Σινώπη και την Αμάσεια έμειναν λίγοι μόνο αντάρτες που τριγυρίζουν στα βουνά. Το σύνολο σχεδόν των ηλικιωμένων, των γυναικών και των παιδιών εξορίστηκαν σε άλλες περιοχές με πολύ άχημες συνθήκες. Πληροφορήθηκα ότι οι Τσέτες του Οσμάν Αγά (σ.τ.σ. Τοπάλ Οσμάν) έσπειραν τον πανικό στην πόλη Χάβζα. Έκαψαν, βασάνισαν και σκότωσαν όλους τους Έλληνες και Αρμένιους που βρήκαν μπροστά τους. γκρέμισαν όλες τις γέφυρες. Παντού υπήρχαν σημάδια γκρεμίσματος. Η διαδρομή από την πόλη Καβάκ προς το πέρασμα Χατζηλάρ θα μείνει για πάντα στη μνήμη μου όσο θα ζω. Σε απόσταση 30 χιλιομέτρων συναντούσαμε μόνο πτώματα. Μόνο εγώ μέτρησα 58. Σ’ ένα σημείο συναντήσαμε το πτώμα μιας ωραίας κοπέλλας. Της είχανε κόψει το κεφάλι και το τοποθέτησαν κοντά στο χέρι της. Σε κάποιο άλλο σημείο υπήρχε το πτώμα ενός άλλου ωραίου κοριτσιού, 7-8 χρονών, με ξανθά μαλλιά και γυμνά πόδια. Φορούσε μόνο ένα παλιό πουκάμισο. Απ’ ότι καταλάβαμε, το κοριτσάκι καθώς έκλαιγε, έχωσε το πρόσωπό του στο χώμα, δολοφονημένο από το κάρφωμα της λόγχης του φαντάρου».
Οι μαρτυρίες της καταστροφής πολλές. Πέρα από αυτές που έχουμε ακούσει, από παπούδες και γισγιάδες, μαρτυρίες από επίσημα χείλη, που δεν περιγράφουν τον πόνο αλλά δίνουν την αίσθηση της φρίκης.
Ο Πόντος είχε γεμίσει πτώματα. Οι Τούρκοι δεν επέτρεπαν την ταφή. Όσοι δεν έφευγαν, θα εκτελούνταν. Και τα άψυχα σώματά τους θα γίνονταν βορά σε λύκους, σκυλιά, τσακάλια, γύπες. Έτσι, όσοι γλίτωσαν, είχαν μόνο ένα δρόμο: Αυτόν του ξεριζωμού. Οι μνήμες, οι περιουσίες τους, τα χωράφια, τα ζώα τους, τα σπίτια τους, όλα έμειναν πίσω. Μαζί τους, ό,τι χώραγε στο δισάκι. Κάμποσα ρούχα, τις εικόνες των Αγίων, ελάχιστα χρυσαφικά και στο στόμα η ελπίδα. "Η Ρωμανία κι αν επέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο". Κι έφτασαν πίσω στην Ελλάδα, περιγράφοντας ότι «τραβήξαμε του Χριστού τα Πάθη». Πίσω τους, έμειναν οι κόποι αιώνων. Δύσκολο να τους αποτιμήσει κανείς σε λεφτά. Επιστήμονες υπολογίζουν ότι η κτηματική περιουσία που άφησαν πίσω τους οι ξεριζωμένοι Έλληνες του Πόντου ξεπερνά τις 25 εκατ. χρυσών τουρκικών λιρών, ενώ οι Τούρκοι άρπαξαν και την κινητή περιουσία τους. Κοσμήματα, έπιπλα, ρούχα, λεφτά, χρεόγραφα, που αποτιμώνται σε 89,95 εκατομμύρια χρυσές τουρκικές λίρες.
Η καταστροφή ήταν ανείπωτη. Όσα κι αν έλεγαν, όποιος και αν έλεγε, όσες φωτογραφίες και αν τράβηξαν οι φωτογράφοι της εποχής, η φρίκη δεν ήταν δυνατό να αποτυπωθεί. Μεγάλη τεχνήτης του λόγου, η Αμερικανίδα δημοσιογράφος Έθελ Τόμσον, τη είδε με τα μάτια της, αλλά δυσκολευόταν να την αποδώσει: «Στο δρόμο», έγραφε η Τόμσον, «συναντούσαμε ομίλους γερόντων, παιδίων, σε μια ατέλειωτη πορεία μαρτυρίου, όπου έπεφταν νεκροί από την εξάντλησιν και από τα χτυπήματα των συνοδών Τούρκων. Οι περισσότεροι εκλιπαρούν τον θάνατον. Στην πόλη Μεζερέχ, ξαφνικά ακούσαμε φωνές περίπου τριακοσίων μικρών παιδιών μαζεμένα σε κύκλο. Είκοσι τσανταρμάδες – χωροφύλακες που κατέβηκαν από τα άλογα τους, χτυπούσαν σκληρά και ανελέητα τα παιδιά με τα μαστίγια και τα τρυπούσαν με τα ξίφη τους για να μην κλαίνε. Το θέαμα ήτο πρωτοφανές, φρικώδες! Τα παιδάκια έσκυβαν κι έβαζαν τα χεράκια τους πάνω στο κεφάλι για ν’ αποφύγουν τα χτυπήματα. Μία μητέρα που όρμησε για να σώσει το παιδί της, δέχτηκε το ξίφος στην καρδιά κι έπεσε κατά γης! Πάθαμε νευρική κρίση! Παντού βλέπαμε πτώματα γυναικών, παιδιών και γερόντων. Η Αμερικανική Υπηρεσία υπολογίζει τους ΄Ελληνες που εξολόθρευσαν οι Τούρκοι στην Σεβάστεια, σε τριάντα χιλιάδες».
Η Τόμσον ήταν υπό την προστασία Αμερικανικής Επιτροπής, η οποία περιόδευε στην περιοχή. Ο επικεφαλής της Επιτροπής, Ταγματάρχης Όουελ, καταγράφει: «Από τις 30.000 εκτοπισθέντες Έλληνες, εκ των παραλίων του Πόντου το 1921 στο Χαρπούτ, έφτασαν μόλις 5.000! Οι άλλοι εκτελέστηκαν ή πέθαναν στον μακρύ δρόμο της εξορίας. Μετρήσαμε καθ’ οδόν 3.000 πτώματα κατά μήκος των οδών, βορά των σκύλων, των λύκων και των γυπαετών, διότι απαγορεύουν οι Τούρκοι στους συγγενείς τους να τους θάψουν! Τούρκοι αξιωματικοί και στρατιώτες προβαίνουν σε ανήκουστους βιασμούς γυναικών και παρθένων, τας οποίας εγκαταλείπουν ημιθανείς επί των οδών «για να ψοφήσουν εκεί» όπως έλεγαν… Είναι απερίγραπτος ο κυνισμός τους, που ομολογούν ότι μέσα από τις μάζες των εκτοπισμένων συλλαμβάνουν γυναίκες και τις οδηγούν στα χαρέμια τους».
Μέχρι το 1944, η λέξη γενοκτονία δεν υπήρχε. Την εισήγαγε ο Πολωνοεβραίος δικηγόρος Ράφαελ Λέμκιν. Ο Λέμκιν, από τη δεκαετία του 1930, έκανε μια εκστρατεία για την ανάπτυξη διεθνούς δικαίου που θα βοηθούσε στην αποτροπή τέτοιων εγκλημάτων. Σε αυτό, τον ώθησαν ησφαγή περίπου 3.000 Ασσυρίων Χριστιανών από το Ιρακινό κράτος τον Αύγουστο του 1933, σε συνδυασμό με τις μνήμες των σφαγών Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων από τους Τούρκους μεταξύ 1914 και 1924. Όταν ο Λέμκιν κατέγραφε τη σφαγή των Ελλήνων του Πόντου, δε φανταζόταν πως κάποτε θα σχημάτιζε με με το ελληνικό συνθετικό «γένος» και το λατινικό «cide» (δολοφονία) τη λέξη που θα την περιέγραφε και θα περιέγραφε τον αφανισμό των Εβραίων της Ευρώπης από τους ναζί.
Για τους αμφισβητίες της Γενοκτονίας, ο Λέμκιν ερμηνεύει τον όρο βάσει της ιδέας «ενός συντονισμένου σχεδίου το οποίο βασίζεται σε μια σειρά από συγκεκριμένες ενέργειες, οργανωμένου χαρακτήρα, και αποβλέπει στην καταστροφή των βασικών θεμελίων της ζωής εθνικών ομάδων, με απώτερο στόχο τη βιολογική εξάλειψή τους».< Στην Ελλάδα, ο νόμος 2193/94, που δημοσιεύτηκε στις 11 Μαρτίου 1994 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Φύλλο 32 Α’) καθιερώνει την 19η Μαΐου ως Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Όχι ότι θα ξεχνιόταν ποτέ...
Διαβάστε και παλιότερα άρθρα μας για αυτήν την ημέρα μνήμης κάνοντας κλικ εδώ για το 2024, για το 2023, για το 2022, για το 2021 και για το 2018.
- Εισέλθετε στο σύστημα ή εγγραφείτε για να υποβάλετε σχόλια
- 138 εμφανίσεις